Συνέντευξη στη Χριστίνα Φίλη (περ. Πάροδος, τχ. 28, Ιανουάριος 2009)
Συνέντευξη με τη Χριστίνα Φίλη για το περ. Πάροδος, Ιανουάριος 2009)
Συνομιλία με την Χριστίνα Φίλη
1. Πιστεύετε πώς η πλαστική αφαίρεση λειτουργεί με γεωμετρικά σχήματα;
Όχι απαραίτητα, για παράδειγμα στον αφαιρετικό εξπρεσιονισμό, δεν υπάρχει καθόλου η έννοια της γεωμετρικής φόρμας, αυτό που κυριαρχεί είναι το χρώμα και η χειρονομιακή διαχείρισή του.
2. Ο Klee έλεγε πως το σχέδιο είναι η τέχνη της παράλειψης. Συμφωνείτε μ’ αυτόν τον ορισμό, τον υιοθετείται στη δημιουργία σας;
Το σχέδιο παραλείποντας, αναδεικνύει. Θέλω να πω πως στηρίζεται στην παράλειψη όσων θεωρεί περιττά, προκειμένου να αναδείξει τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία. Για το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μου ισχύει η ρήση του Klee, γιατί θεωρώ την λεπτομέρεια συνήθως αποπροσανατολιστική, άλλωστε από την εφεύρεση της φωτογραφίας κι έπειτα η ζωγραφική αποδεσμεύεται από την πιστή απεικόνιση και όλα τα συμπαρομαρτούντα της, εκτός κι αν μιλήσουμε για αντίθετη εμπρόθετη επιλογή με συγκεκριμένο στόχο. Εξαρτάται πάνω σε ποια λογική εστιάζει κάθε φορά ο ζωγράφος.
3. Νομίζετε πώς η τέχνη πρέπει να αναδίδει πνευματικότητα, αυτό που ο DaVinci ονομάζει cosamentale; Εννοείται πως η τέχνη πρέπει να αναδίδει πνευματικότητα, άλλωστε από παρόμοιες ψυχικές και πνευματικές διαδικασίες εκπορεύεται. Αλίμονο στην τέχνη που παραμένει απλώς διακοσμητική και γίνεται ένα ακόμη στολίδι στην ήδη φλύαρη οικιακή και κοινωνική μας ζωή. Φυσικά αυτό το στοίχημα δεν κερδίζεται αβρόχοις ποσί. Εννοώ ότι πρέπει να κλείνουμε τα αυτιά μας στις σειρήνες της αγοράς μένοντας γερά δεμένοι στο κατάρτι της τέχνης, οποιοδήποτε κι είναι το τίμημα. Κι έπειτα χρειάζεται καταβύθιση –συχνά οδυνηρή- σε εσώτερα πεδία του εαυτού για να ανασύρει ο ζωγράφος και κατόπιν να μορφοποιήσει το ψυχικό υλικό σε τέχνη, ώστε να μπορέσει να δει μέσα από το δικό του φίλτρο-φακό τον κόσμο, τη ζωή, τα τεκταινόμενα.
4. Τα οπτικά ερεθίσματα τα οποία λάβαιναν οι ιμπρεσιονιστές με την αισθησιακή τους επαφή με την φύση, άνοιξε το δρόμο της ποικιλότροπης ζωγραφικής ερμηνείας του φυσικού χώρου;
Αν σκεφτούμε, πως όλα στη ζωγραφική τότε –βρισκόμαστε στο δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα και επί Ναπολέοντα Γ’- ήταν αυστηρά προκαθορισμένα από την Ακαδημία Καλών Τεχνών ξεκινώντας από την θεματολογία (θρησκευτικά, ιστορικά θέματα) μέχρι τις τεχνικές (απαλά χρώματα, ασαφείς πινελιές), σίγουρα το ότι τόλμησαν οι Μονέ, Ρενουάρ, Σίσλεϋ και άλλοι, να προβάλλουν την προσωπική τους επιλογή και ματιά, βγαίνοντας από την σκοτεινιά του εργαστηρίου και των κανόνων, έξω στη φύση για να μελετήσουν τα παιχνίδια του φωτός, ήταν μια νέα πρόταση, που αμφισβήτησε την μέχρι εκείνη την στιγμή λειτουργία της τέχνης. Ουσιαστικά από τότε η ζωγραφική έπαψε να αποδίδει μηχανιστικά, σχεδόν, τον κόσμο, και άρχισε να τον ερμηνεύει μέσα από την υποκειμενικότητα και την ιδιοσυγκρασίας του κάθε ζωγράφου. Η αισθητηριακή πρόσληψη είναι πάντα ποικιλότροπη. Αυτή η επαναστατική στάση απέναντι στους Ακαδημαϊκούς κανόνες οδήγησε και στην εξατομίκευση του 20ου αιώνα.
5. Πιστεύετε πώς ο πλαστικός χώρος της Αναγέννησης δοκιμάστηκε όταν ο Manet και ο Gauguin εξετόπισαν την τρίτη διάσταση, ο πρώτος με την εξάπλωση του φωτός στην επιφάνεια και ο άλλος με την επαναφορά, σε περιορισμένη κλίμακα, του καθαρού χρώματος; Ο πλαστικός χώρος της Αναγέννησης είναι επινοημένος, όπως ξέρουμε η προοπτική είναι η ψευδαισθητική απεικόνιση του βάθους μέσω της τήρησης απαρέγκλιτων κανόνων. Ο Μανέ με τα ασαφή περιγράμματα, τα λαμπερά χρώματα προχωράει πέρα από αυτού του είδους την προοπτική, διατηρεί εν μέρει την νέα προοπτική της φωτογραφίας, γι’ αυτό τα έργα του δεν είναι δισδιάστατα, ο χώρος υπάρχει αλλά δεν προτάσσεται, κυριότερο μέλημά του είναι η μελέτη του φωτός. Όσο για τον Gauguin, είναι τόσο σημαντικό το χρώμα στο έργο του που νομίζω ότι δεν χωράει καν η έννοια της προοπτικής και με αυτήν την έννοια βρίσκεται κάπου στους αντίποδες των αναζητήσεων της Αναγέννησης. Επί πλέον προβάλλει μέσα από ένα άλλο πολιτισμικό παράδειγμα –το οποίο υιοθετεί-, όπως είναι η Πρωτόγονη Τέχνη, την συνειδητή αντίθεσή του με τη μονοπώληση της έννοιας του πολιτισμού από την Δύση.
6. Νομίζετε πώς η αφηρημένη τέχνη γεννήθηκε στη νεολιθική εποχή με τα πρώτα έργα πλαστικής αφαίρεσης; Νομίζω ναι, αν και η ερμηνεία-προσέγγιση περί αφηρημένης τέχνης είναι μεταγενέστερη. Τα σανιδόμορφα και τα σταυρόσχημα ειδώλια που βρέθηκαν στις αρχές του 1901 στο Σέσκλο και στο Διμήνι κοντά στο Βόλο, είναι σίγουρα έργα απολύτως αφαιρετικά, με ζωγραφισμένα στοιχειώδη χαρακτηριστικά προσώπου και έντονη προβολή στοιχείων του φύλου –συνήθως γυναικείου-, αλλά φαντάζομαι πως δεν υπήρξε εμπρόθετη αφαίρεση μέσω διανοητικής επεξεργασίας, απλώς ήταν η ευκολότερη και αμεσότερη επιλογή, δηλαδή προέκυψε από καθαρά πρακτικούς -και πιθανόν θρησκευτικούς- λόγους. Τελειότερα δείγματα της ίδιας λογικής δίνει η Κυκλαδική Τέχνη.
7. Η γεωμετρική διάρθρωση του κόσμου που χρησιμοποιεί ο Cezanne καθώς και η διαμέριση του φωτός σε τόνους και ημιτόνια, έχει επηρεάσει την ζωγραφική σας;
Η σκέψη του Cezanne έχει γονιμοποιήσει γενιές καλλιτεχνών και κινημάτων γιατί υπήρξε πολυεπίπεδη. Ίσως κάποια ακτίνα της να έφτασε και στη δική μου ζωγραφική. Τώρα που το λέτε μάλλον ναι, με έχει επηρεάσει, με έχει ζυμώσει, αλλά με έναν τρόπο οικείωσης και αφομοίωσης, όχι εξωτερικού επιφανειακού δανείου. Πάντοτε με απασχολούσε η σύνθεση και η γεωμετρική-σχηματική ισορροπία ή ένταση -αναλόγως- του έργου. Επίσης θεωρώ το φως πολύ σημαντικό στοιχείο στο εικαστικό λεξιλόγιο και η διαχείρισή του μέσω τόνων και ημιτονίων είναι παρούσα σε όλες τις περιόδους της δουλειάς μου.
8. Θεωρείτε πώς όταν η λεπτομέρεια, το υποσύνολο, διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο και δίδει άλλη αισθητική αξία στο έργο τέχνης, αλλάζει η θεώρηση της σύγχρονης ζωγραφικής; Αν πάει ο νους μας πίσω στον Μονέ και στις πολυάριθμες παραλλαγές στα Νούφαρά του σε κοντινό πλάνο –ζουμ-, ναι αλλάζει η θεώρηση της ζωγραφικής, έχουμε πλέον οργάνωση χρωματικών παραθέσεων και όχι θέμα, επομένως ανοίγεται ο δρόμος για την Αφηρημένη ζωγραφική του 20ου αιώνα. Πέρα απ’ αυτό νομίζω πως η προβολή της λεπτομέρειας έχει σχέση με την πρόταξη της υποκειμενικότητας, της προσωπική ματιάς που επιλέγει να προβάλει πχ. αυτό κι όχι εκείνο, και αυτομάτως η επικοινωνία με τον δημιουργό του έργου γίνεται πιο άμεση. Στήνεται ένα άρρητος διάλογος ανάμεσα στον θεατή και τον ζωγράφο.
9. Για να λειτουργήσει ο καλλιτέχνης πρέπει απαραίτητα να λυτρωθεί από την πραγματικότητα;
Να λυτρωθεί; Όχι. Αντιθέτως η πραγματικότητα τροφοδοτεί με υλικό τον καλλιτέχνη, που στη συνέχεια το διαχειρίζεται ανάλογα με τους στόχους του, άλλοτε κρίνοντας και καταγγέλοντας, άλλοτε μεταπλάθοντας. Ο Σοσιαλιστικός ρεαλισμός είναι ένα κακό παράδειγμα –λόγω του ότι η τέχνη έχασε το στοίχημα της καλλιτεχνικής της αυτοδιαχείρισης και κατέληξε ένα στείρο εργαλείο-φερέφωνο υλοποίησης πολιτικοκοινωνικών επιταγών που αντλήθηκαν από την τότε πραγματικότητα. Φυσικά υπάρχουν κι άλλες πηγές, υπάρχουν καλλιτέχνες που δεν συνδιαλέγονται με την πραγματικότητα (ιστορική ή κοινωνική) αλλά με τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου, ή με καθαρές έννοιες χωρίς συναισθηματικά φορτία, ή ακόμα απλώς (πράγμα που είναι πολύ δύσκολο) με την διαχείριση των πλαστικών στοιχείων.
10. Πιστεύεται πώς με την δημιουργία ο καλλιτέχνης επιχειρεί να εμβαθύνει στο μυστήριο της ύπαρξης; Η τέχνη, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, που έχει την πολυτέλεια να είναι ελεύθερη από δόγματα πολιτικά ή θρησκευτικά, μέσω των επιλογών της νομίζω ότι αυτό ακριβώς κάνει. Ή θα έπρεπε να κάνει. Η διαχείριση της ελευθερίας όμως δυστυχώς παρουσιάζει προβλήματα, τα ’χει πει ωραία ο Φρομ, γιατί πολύ συχνά συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, όταν ο καλλιτέχνης υποκύπτει στις επιταγές της αγοράς, ή στις ευκολίες της ημιμάθειας ή ακόμα και του εντυπωσιασμού. Μέσα στην γενικότερη απομυθοποίηση και αποϊεροποίηση του Δυτικού κόσμου, συχνά χάνεται η βαθύτερη λειτουργία της τέχνης, που είναι να ανασύρει και να ανασυνθέτει κομμάτια από το πολύπτυχο μυστήριο της ύπαρξης. Γιατί, ουκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος. Η τέχνη λοιπόν επισημαίνει, προβληματίζει, λυτρώνει και στις ευτυχέστερες περιπτώσεις οδηγεί στην κάθαρση. Όμως ο ζωγράφος εκείνη την ώρα μπροστά στο λευκό τελάρο του, ίσως άλλα να έχει στο νου του, πιο επείγοντα και πιο πρακτικά, αλλά κι αυτό ακόμη μπορεί να λειτουργεί αυτομάτως θεραπευτικά.
11. Σε αρκετά από τα έργα σας παρατηρώ ότι δίνετε μεγάλη σημασία στο φόντο, έχω μάλιστα την αίσθηση συχνά ότι έχει μεγαλύτερη υλικότητα από το κυρίως θέμα, ακόμα κι από την ανθρώπινη φιγούρα. Τι ακριβώς σημαίνει αυτή η επιλογή;
Βασικός άξονας του σκεπτικού μου σ’ αυτή την περίπτωση είναι η δυναμική διερεύνηση της διαλεκτικής τού πλήρους (κυρίως θέμα-φόρμα) και του κενού (φόντο), με αποτέλεσμα η υφή του χρώματος να είναι πυκνότερη άλλοτε στο φόντο και άλλοτε στο κεντρικό θέμα. Στον παραδοσιακό τρόπο απεικόνισης η ανθρώπινη φιγούρα έχει μεγαλύτερη υλικότητα σε σχέση με το φόντο, λοιπόν τώρα, μέσα από την ανατροπή αυτής της σχέσης και μέσα από την αντιστικτική οργάνωση των υλικών θέλω να αποδώσω τις έννοιες του χρόνου, της διάρκειας και της φθοράς, που με απασχολούν πολύ. Η υλικότητα, όπως πολύ σωστά επισημάνατε, του φόντου, προσπαθεί να αναδείξει ακριβώς αυτό. Δηλαδή, πόσο πιο βαρύ είναι τελικά το φορτίο της μη ύλης, από την υποστασιοποιημένη -μέσα από την φόρμα ενός ανθρώπου- ύλη.
12. Για την δημιουργία ενός έργου τί προηγείται η ιδέα ή τα πλαστικά στοιχεία που επεξεργάζεται ο ζωγράφος την συγκεκριμένη περίοδο.
Ανάλογα την περίοδο. Πότε προηγείται η ιδέα και τα πλαστικά στοιχεία υποτάσσονται σ’ αυτήν, και πότε είναι οι αξίες των ίδιων των πλαστικών στοιχείων που αναζητώ. Για παράδειγμα η ισορροπία των τόνων ή των χρωματικών κηλίδων, πού δηλαδή πέφτει το βάρος της σύνθεσης, ή πώς μπορεί να ισορροπήσει ένα στοιχείο έντασης μέσα στη συγκεκριμένη ζωγραφική επιφάνεια κάθε φορά. Αυτού του τύπου η αναζήτηση φαίνεται πιο καθαρά όταν το έργο είναι ανεικονικό. Φυσικά παρόμοια έρευνα σύνθεσης κάνω και στις περιπτώσεις που έχει προηγηθεί η ιδέα, απλώς εκεί όπως είπαμε τα πλαστικά στοιχεία έπονται και την στηρίζουν, την υπηρετούν.
13. Εκτός από ζωγραφική σε τελάρο έχετε κάνει παλιότερα και εκθέσεις με εγκαταστάσεις στο χώρο. Ποια ανάγκη σας οδήγησε σ’ αυτό; Πιστεύω ότι είναι καλό ο καλλιτέχνης να ερευνά τα όρια της εικαστικής γλώσσας μέσα από διαφορετικές μορφές. Η εγκατάσταση στο χώρο με το άπλωμα στην τρίτη διάσταση ήταν -και παραμένει- μεγάλη. Άλλωστε υπάρχουν έννοιες που δεν μπορούν να ξεδιπλωθούν επαρκώς στο τελάρο, π.χ. η έννοια του χρόνου, ή της διάρκειας, που λέγαμε πριν. Επίσης η χρήση νέων υλικών έχει ενδιαφέρον για μένα, γιατί νομίζω πως είναι χρήσιμο ο καλλιτέχνης να δοκιμάζει και να μπορεί να ελέγχει τα υλικά του και τις διαστάσεις των έργων του όσο γίνεται περισσότερο, από το κάρβουνο μέχρι το λάδι, και από τη μικρογραφία μέχρι το τελάρο μεγάλων διαστάσεων, μέχρι να έρθει η στιγμή που ίσως καταλήξει σε κάποια.
14. Κατά καιρούς έχετε ασχοληθεί και με την σκηνογραφία, τι σας ώθησε;
Κατ’ αρχάς η αγάπη για τα θεατρικά κείμενα που ζωντάνευαν στην φαντασία μου από μικρό παιδί όταν παρακολουθούσα από το ραδιόφωνο το Θέατρο της Δευτέρας. Έπειτα πάντα αποτελεί πρόκληση η εφαρμοσμένη τέχνη. Έχει την γοητεία του ζωντανού και της επικοινωνίας με τον θεατή μέσα από έναν άλλο δρόμο.
15. Η τελευταία περίοδος της δουλειάς σας θέτει τους ίδιους προβληματισμούς με τις προηγούμενες;
Θα έλεγα ότι περνάει σε κάτι άλλο ή καλύτερα προσθέτει ένα πιο ευανάγνωστο στοιχείο στα ήδη υπάρχοντα. Αποκτά μια κάπως αφηγηματική διάθεση, δίνει περισσότερα κλειδιά στον θεατή. Χαρτογραφεί ένα σύνολο συμβόλων, αλλά δεν παραμένει στην εξωτερική όψη των πραγμάτων. Εμφανίζεται η ανθρώπινη φιγούρα πιο ευδιάκριτη μεν τώρα, αλλά όχι εντελώς αυτή καθ’ εαυτή. Πρόκειται για ψυχογραφήματα, όχι για πρόσωπα. Με το φως πάντα σε πρωταγωνιστικό ρόλο να διατρέχει -αν και με διαφορετικό τρόπο- τα έργα.
Περ. Πάροδος, 2009-01-01, Ηρώ Νικοπούλου συνομιλεί με την Χριστίνα Φίλη.
Τελευταία Ανανέωση:
Παρ, 07/01/2011 - 09:33
Παρ, 07/01/2011 - 09:33











